Σύνδεσμος Θεσσαλικών Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών υπέρ επιχειρησιακών συμβάσεων

Σήμερα το πρωί, καθώς οδηγούσα για να πάω σε κάποια δουλειά, έτυχε να ακούσω στο Δημοτικό Ραδιόφωνο Λάρισας συνομιλία του προέδρου του Συνδέσμου Θεσσαλικών Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΘΕΒ για συντομία) με την (πολύ καλή και ευσυνείδητη στη δουλειά της, ομολογουμένως) δημοσιογράφο που παρουσίαζε την εκπομπή. Γραμμή του προέδρου του ΣΘΕΒ ήταν ότι οι επιχειρησιακές συμβάσεις (ναι, αυτές των 300 ευρώ το μήνα που μετατρέπουν την Ελλάδα σε Τουρκία για να πετύχουμε το, χτισμένο πάνω στις πλάτες ενός λαού ειλώτων, τουρκικό οικονομικό «θαύμα» για το οποίο τόσους διθυράμβους γράφουν διάφοροι) είναι απολύτως αναπόφευκτες και αναγκαίες.

.

Είπε αρκετά για να ενισχύσει τη θέση του, χρησιμοποιώντας εν μέρει αλήθειες, αποκρύπτοντας όμως ταυτόχρονα τις βαρύτατες ευθύνες του ίδιου του επιχειρηματικού κόσμου, την οποία παρουσίασε περίπου ως θύμα των περιστάσεων και ως… συμπάσχουσα με τους εργαζομένους. Θα πιάσω τα πιο χαρακτηριστικά σημεία και θα προσπαθήσω να απαντήσω στους ισχυρισμούς και στις τοποθετήσεις του:

  • Η Ελλάδα δεν έχει εξαγωγές και το μεγαλύτερο μέρος της εμπορικής της κίνησης είναι εσωτερική κατανάλωση.

Θα χωρίσω την απάντησή μου σε δυο σκέλη, αφού τέτοια είναι και η δομή του – κατά βάση αληθούς, πλην όμως αποκρύπτοντος ορισμένα σοβαρά στοιχεία – ισχυρισμού του.

  • Όντως, οι ελληνικές εξαγωγές σε όλους τους τομείς έχουν υποστεί βαρύτατα πλήγματα τις τελευταίες δεκαετίες. Αυτό που δε μας λέει ο κ. πρόεδρος είναι το γιατί. Δεν πειράζει, θα θίξω εγώ τις αιτίες, αφού ο κ. πρόεδρος δεν θέλει να τις αγγίξει.
    • Για να έχεις εξαγωγές, οφείλεις να έχεις προϊόν που να το θέλουν οι ξένες αγορές. Ο καιρός που μπορούσε η ελληνική βιομηχανία να βασίζεται στο φτηνό προϊόν έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί. Αυτό το κατάλαβαν οι Ιάπωνες ήδη από τη δεκαετία του ’50 και κάλεσαν τον William Edwards Deming για να τους βοηθήσει να βελτιώσουν τα προϊόντα τους, τις υπηρεσίες τους και τον τρόπο διοίκησης των επιχειρήσεών τους. Εδώ στην Ελλάδα τι έκαναν οι επιχειρηματίες γι’αυτό; Φρόντισαν να εξελίξουν τα προϊόντα τους ώστε να παραμείνουν ανταγωνιστικά; Όχι, διότι κάτι τέτοιο προϋπέθετε (α) δαπάνες, (β) δαπάνες για συνεργασία με το Σατανά, δηλαδή με κάποιο πανεπιστημιακό εργαστήριο. Ακούγεται πολύ αιχμηρή η τοποθέτησή μου αυτή, αλλά δυστυχώς ένας βασικός λόγος για τη μη απορρόφηση κοινοτικών κονδυλίων για την έρευνα στην Ελλάδα δεν ήταν ούτε η «παλαβή Αριστερά» ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ: Ήταν και είναι το γεγονός ότι οι συνεργασίες-κοινοπραξίες ΑΕΙ ή ΤΕΙ με επιχειρήσεις για ανάπτυξη τεχνογνωσίας προϋποθέτουν συνεισφορά της επιχείρησης χρηματική ή εν είδει απασχόλησης προσωπικού της επιχείρησης για την επίτευξη των σκοπών του ερευνητικού. Ακόμη και με δεδομένο ότι το τελικό προϊόν της έρευνας θα αποτελούσε ιδιοκτησία και της επιχείρησης (δίνοντάς της ενδεχομένως ένα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για άμεση ή μελλοντική χρήση), ο επιχειρηματίας πάντα το έβλεπε αυτό ως «περιττό έξοδο». Και γνωρίζω προσωπικά περίπτωση στην οποία διοίκηση γνωστότατου ομίλου εταιρειών (ο οποίος κατέρρευσε πρόσφατα εν μέσω τεραστίου οικονομικού σκανδάλου, του οποίου τα απόνερα κρατάνε μέχρι σήμερα) αρνήθηκε να συμμετάσχει σε τέτοιο πρόγραμμα επειδή θα απαιτείτο δαπάνη της τάξεως των 30 χιλιάδων ευρώ, είτε σε χρήματα είτε σε χρόνο απασχόλησης προσωπικού για συνεργασία με τους ερευνητές του πανεπιστημίου. Το σκάνδαλο πάντως που οδήγησε τον εν λόγω όμιλο στον αφανισμό ήταν της τάξεως των 500 εκατομμυρίων ευρώ, των οποίων η τύχη ακόμα αγνοείται.
    • Βεβαίως, και το ίδιο το κράτος έχει βαρύτατες ευθύνες. Όταν το ΠΑΣΟΚ άνοιγε το δρόμο για την αθρόα εισαγωγή μεταχειρισμένων λεωφορείων και φορτηγών από τη Γερμανία, ήξερε ότι καταδίκαζε τις ελληνικές βιομηχανίες οχημάτων στον αφανισμό. Κι εδώ είναι το τραγελαφικό: οι ίδιοι οι θιγόμενοι επιχειρηματίες, οι άμεσα ενδιαφερόμενοι, αντί να πιέσουν για την αποτροπή της θέσπισης νόμων που οδήγησαν τη χώρα σε απώλεια θέσεων εργασίας, σε εκροή κεφαλαίων και σε αμετάκλητη απώλεια τεχνογνωσίας, δεν έκαναν τίποτα απολύτως για την αποτροπή αυτών των δυσμενών για τη χώρα συνεπειών. Απλά μετέτρεψαν τις παραγωγικές τους επιχειρήσεις σε καθαρά εμπορικές (π.χ. ο Σαρακάκης, που από εκεί που είχε και δική του, αξιόλογη, τεχνογνωσία στο χώρο των λεωφορείων, κατέληξε να είναι απλά ένας εισαγωγέας). Και μη μου πει κανείς «μα τώρα τι μπορεί να κάνει ο επιχειρηματικός κλάδος;». Πολλά μπορεί να κάνει, αν θέλει – και νομίζω ότι είναι περιττό να θυμίσω παραδείγματα υποθέσεων ωμής παρέμβασης συγκεκριμένων επιχειρηματικών συμφερόντων στο νομοθετικό έργο.
    • Και μια και μίλησα για νομοθετικό έργο, τόσες και τόσες φωτογραφικές ρυθμίσεις γίνανε για να ευνοηθούν μεγαλοκαρχαρίες, χάθηκε ο επιχειρηματικός κόσμος της χώρας να τρίξει τα δόντια στους «εθνοπατέρες» αξιώνοντας ένα σταθερό και δίκαιο φορολογικό καθεστώς, το οποίο (α) θα επιτρέπει σε ένα νέο επιχειρηματία να ξεκινήσει και να αναπτυχθεί, (β) θα επιτρέπει σε μια επιχείρηση να κάνει ένα μακροχρόνιο προγραμματισμό, (γ) θα κόβει τα οπίσθια του κάθε φοροφυγά/εισφοροφυγά, αντί να «ρυθμίζει χρέη» ύψους εκατομμυρίων και δισεκατομμυρίων ευρώ;
    • Επίσης, δεν είδα τους επιχειρηματίες, που όψιμα κόπτονται για την έλλειψη εξαγωγών εκ μέρους της Ελλάδος, να αντιτίθενται στις καταστροφικές παραινέσεις της ΕΕΔΕ, η οποία, σε ημερίδες της σε διάφορα ΑΕΙ (μία εκ των οποίων μου έλαχε να παρακολουθήσω κάποτε), κήρυττε την απεμπόληση της παραγωγικής δραστηριότητας στην Ελλάδα, δηλαδή, ούτε λίγο ούτε πολύ, τον αφανισμό του πρωτογενούς και του δευτερογενούς τομέα (τους οποίους ο ομιλητής τότε, το 1997 στη Γαλλική Σχολή των Χανίων, όπου στεγάζεται το συνεδριακό κέντρο του Πολυτεχνείου Κρήτης, παρουσίαζε περίπου ως «περιττούς») για χάρη του τουρισμού και του τομέα των χρηματοοικονομικών, χρηματιστηριακών και επενδυτικών υπηρεσιών, δηλαδή του χρηματιστηριακού τζόγου! Δε βρέθηκε ένας επιχειρηματίας, ούτε στο ακροατήριο, ούτε πουθενά αλλού, να πει «τι είναι αυτά που λέτε;». Δεν είδα τον επιχειρηματικό (βιοτεχνικό και βιομηχανικό) κόσμο της χώρας να διαμαρτύρεται για τη νόθευση των προγραμμάτων σπουδών των πολυτεχνικών σχολών με μαθήματα που, κάτω από κανονικές συνθήκες, προορίζονταν αποκλειστικά για φοιτητές χρηματοοικονομικών σχολών και για ανθρώπους που προαλείφονταν για να γίνουν χρηματιστές.
    • Ακόμα όμως και σ’αυτόν τον τουρισμό, που είναι η «βαριά βιομηχανία» (ας γελάσω) της Ελλάδας, το επίπεδο των παρεχομένων υπηρεσιών είναι συχνά απογοητευτικό και αρκετές φορές τρισάθλιο. Την κοροϊδία των «επιχειρηματιών» του χώρου την έχουμε ζήσει όλοι μας, όπως επίσης και την καταστροφή παραλιών στο όνομα μιας ψευδεπίγραφης ανάπτυξης (μπλοκάρισμα της  ελεύθερης πρόσβασης στην παραλία, ομπρελοκαθίσματα με 5 ευρώ την ταλαίπωρη ξαπλώστρα, 6 ευρώ το φραπόγαλο, ένα ersatz «beach bar»-κακέκτυπο των όσων βλέπουμε σε κάτι φτηνές αμερικάνικες ταινίες, πινακίδα «NO NUDISM HERE» – είναι και σεμνοί οι απατεώνες – και φαραωνικά εκτρώματα από μπετόν που παριστάνουν τα ξενοδοχεία και τα «ρουμς του λετ»).
  • Όντως, το μεγαλύτερο μέρος της εμπορικής δραστηριότητας στην Ελλάδα (αλλά και σε κάθε ελλειμματική χώρα του κόσμου, δηλαδή σε όλο τον ανεπτυγμένο κόσμο πλην Γερμανίας και Κίνας) είναι εσωτερική κατανάλωση.
    • Αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό. Μπορείς να έχεις περισσότερες εισαγωγές παρά εξαγωγές και παρ’όλα αυτά να βρίσκεται η οικονομία σου σε αξιοπρεπές επίπεδο. Αλλά για να γίνει αυτό, μήπως θα πρέπει ο ίδιος ο επιχειρηματικός κλάδος να στιγματίσει, απομονώσει, αποβάλει και αποκηρύξει κάποια μέλη του που θεωρούν μαγκιά τους να μην αποδίδουν εργοδοτικές εισφορές και να μην καταβάλλουν ΦΠΑ και μετά να αξιώνουν, χύνοντας κροκοδείλια δάκρυα για τις «θέσεις εργασίας που θα χαθούν αν η επιχείρηση οδηγηθεί στο κλείσιμο», ρύθμιση των χρεών (δηλαδή να μην αναγκαστούν κάποιοι «κύριοι» να πληρώσουν αυτά που κλέψανε από τους πελάτες τους, από τους εργαζομένους τους, από το Δημόσιο και από τους συμπολίτες τους); Δεν θα ήταν αυτό μια έμπρακτη κίνηση καλής θέλησης εκ μέρους του επιχειρηματικού κόσμου;
    • Επιπλέον, ένας βασικός λόγος για τον οποίο είναι τελικά ζημιογόνος η εσωτερική κατανάλωση στην Ελλάδα είναι το ανησυχητικά μεγάλο μερίδιο των εισαγόμενων προϊόντων γύρω από τα οποία κινείται. Κι εδώ είναι που φταίνε κράτος και επιχειρηματίες. Πού ήταν το κράτος να αποτρέψει το κλείσιμο εργοστασίων στην Ελλάδα «γιατί τα ημερομίσθια είναι υψηλά» και τη μεταφορά της παραγωγής στη Βουλγαρία, στην Αλβανία και στην Κίνα (με το συνεπαγόμενο σκάρτεμα), πλασάροντας εισαγόμενο προϊόν σαν «εγχώριο» και ωφελούμενοι διπλά και τρίδιπλα; Πού ήταν οι άλλοι επιχειρηματίες να ξεσηκωθούν κατά των συναδέλφων τους που το κάνανε αυτό; Α, ξέχασα. Τους μιμήθηκαν όσο πιο γρήγορα μπορούσαν, γιατί κάτι τέτοιο «είναι μαγκιά»!

.

Πάμε παρακάτω. Είπε ο πρόεδρος του ΣΘΕΒ ότι:

  • Αν συνεχιστεί μέχρι το Μάιο η παρούσα οικονομική κατάσταση (με την έλλειψη ρευστότητας), οι επιχειρησιακές συμβάσεις (με μειώσεις μισθών στα 300 ευρώ) είναι αναπόφευκτες.

Εδώ είναι που θα έπρεπε ο πρόεδρος του ΣΘΕΒ (αλλά πρωτίστως αυτοί που τον εξέλεξαν) να προσπαθήσει να μάθει κάτι που λέγεται λογική και που, όπως ακριβώς και η Εξέλιξη (η Δαρβίνειος) και τα μαθηματικά, αντιμετωπίζεται μάλλον εχθρικά στην εγχώρια εκπαίδευση (λόγω αγραμματοσύνης των ιθυνόντων και απέχθειάς τους κατά της λογικής σκέψης). Τι εννοώ; Ας τα πάρουμε με τη σειρά…

  • Είπε προηγουμένως ο πρόεδρος ότι το μεγαλύτερο μέρος της εμπορικής δραστηριότητας στην Ελλάδα είναι εσωτερική κατανάλωση.
  • Είπε επίσης ότι η Ελλάδα κυρίως εισάγει.
  • Προσέθεσε τώρα τον παράγοντα «ρευστότητα».
  • Προσέθεσε επίσης ότι οι μειώσεις αποδοχών στον ιδιωτικό τομέα «θα είναι αναπόφευκτες».
  • Δεν είπε ότι ως τώρα έχουν γίνει τρομερές ενέσεις ρευστότητας με χρήματα των φορολογουμένων προς τις τράπεζες.
  • Δεν είπε ότι οι (εδώ και καιρό χρεοκοπημένες) τράπεζες, παρά τις διαρκείς επανακεφαλαιοποιήσεις και τις ευνοϊκότατες προς αυτές ρυθμίσεις (ουσιαστικά όλη η διακίνηση κεφαλαίων περνά από τις τράπεζες και παίρνουν προμήθειες από παντού), δεν συνεισφέρουν  καθόλου μα καθόλου στην παροχή ρευστότητας στην αγορά: ούτε δάνεια δίνουν σε επιχειρήσεις για να κινηθούν ούτε τίποτα.
  • Δεν είπε ότι χαμηλότερες αποδοχές συνεπάγονται νομοτελειακά χαμηλότερη αγοραστική δύναμη, άρα ύφεση και επιχειρηματικό και οικονομικό μαρασμό.
  • Δεν είπε ότι οι τιμές των εισαγομένων προϊόντων θα παραμείνουν στα ίδια επίπεδα. Τι σημαίνει αυτό;
    • Ότι, αφού ο κόσμος δε θα μπορεί να καταναλώνει, τα μέλη του ΣΘΕΒ θα αναγκαστούν ή να δεχτούν σημαντική μείωση του περιθωρίου κέρδους επί των πωλήσεων που θα κάνουν (αν καταφέρουν να σταυρώσουν πελάτη) ή να γεμίσουν τα τεφτέρια τους με κόκκινο μελάνι.
    • Απώλεια κερδών ή/και καταγραφή ζημιών θα οδηγήσει κι άλλες επιχειρήσεις στο κλείσιμο. Άρα θα έχουμε επιπλέον ανεργία. Ανεργία = ανέχεια. Ανέχεια = μικρότερη κατανάλωση. Μικρότερη κατανάλωση = επιδείνωση της ύφεσης.

Κατόπιν όλων αυτών, δε θέλει πολύ μυαλό για να καταλάβει κανείς αυτό που λένε τόσοι και τόσοι σοβαροί οικονομολόγοι (όπως ο Πολ Κρούγκμαν): ότι σε περίοδο ύφεσης, η λιτότητα είναι καταδίκη της κοινωνίας και της οικονομίας σε θάνατο. Η Ελλάδα βρίσκεται εδώ και καιρό σε ένα «death spiral» που μάλιστα αυτοανατροφοδοτείται και αυτοαναπαράγεται.

.

Τι άλλο είπε; Α ναι!

  • Ότι «οι επιχειρησιακές συμβάσεις δεν είναι απαραίτητα κακές ή δυσμενέστερες των κλαδικών».

Πάρα πολύ ωραία… Μόνο που η ως τώρα εμπειρία μας έχει δείξει ότι για τα χαμηλότερα κλιμάκια μιας επιχείρησης οι επιχειρησιακές συμβάσεις είναι σχεδόν πάντα πολύ χειρότερες των κλαδικών, αλλά για τα υψηλότερα κλιμάκια (δηλαδή τα διευθυντικά στελέχη) οι επιχειρησιακές συμβάσεις παρέχουν συχνά μυθώδεις αμοιβές και προκλητικά πριμ, τα οποία μάλιστα καταβάλλονται κανονικά, ακόμη και αν το διευθυντικό στέλεχος απέτυχε παταγωδώς στην επίτευξη των στόχων του. Κι επίσης, δεν έχω δει ποτέ στην Ελλάδα εργοδότη που να προσφέρει οικειοθελώς στους υφισταμένους του κάτι καλύτερο από αυτό που τον υποχρεώνει ο νόμος να παρέχει, σε επίπεδο αμοιβών και ασφάλισης.

.

Υπαινίχθηκε δε ότι αυτές οι επιχειρησιακές συμβάσεις θα είναι προσωρινές. Μόνο που ουδέν μονιμότερον του προσωρινού, χώρια που κράτος και εργοδότες διακρίνονται για τη συχνότητα και επιμονή με την οποία επικαλούνται «συνθήκες έκτακτης ανάγκης»για να καταπατήσουν ή να «αναστείλουν» τα δικαιώματα των διοικουμένων (πάντα «για το καλό της πατρίδας» ή «της επιχείρησης» ή ακόμη και για το καλό των ιδίων των εργαζομένων και των πολιτών»).

.

Αναγκάζομαι δε να υπενθυμίσω την επιβολή επιχειρησιακών συμβάσεων στη Fiat από τον – απόλυτα αποτυχημένο – Σέρτζιο Μαρκιόνε, για την οποία είχα γράψει παλαιότερα. Όπως και ο πρόεδρος του ΣΘΕΒ, έτσι και ο Μαρκιόνε επικαλούνται λόγους (υπαρκτούς και ανύπαρκτους) για την επιβολή των επιχειρησιακών συμβάσεων, χωρίς όμως κανείς από τους δυο να παρουσιάζει στο λόγο του έστω και το παραμικρό δείγμα αυτοκριτικής. Γιατί άραγε;

.

Shortlink: http://wp.me/p3Ayp-431

2 comments

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s